Κορωνοϊός: Μεγάλη άνοδος της ακραίας φτώχειας σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα
Τρία χρόνια προόδου στις προσπάθειες για τη μείωση της φτώχειας στον κόσμο εξαλείφονται από τον κορωνοϊό. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, η πανδημία και η παγκόσμια ύφεση μπορεί να ωθήσουν στην ένδεια από 88 έως 114 εκατομμύρια ανθρώπους.
Επιμέλεια: Σοφία Κροκιδά
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση του ποσοστού ανόδου της φτώχειας από το 1990, όταν δηλαδή ξεκίνησαν να συλλέγονται σχετικά δεδομένα και σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής, όταν για πάνω από 2 δεκαετίες τα ποσοστά της φτώχειας συνεχώς μειώνονταν.
Τώρα, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι το ποσοστό των ανθρώπων που ζει σε ακραία φτώχεια αυτή τη στιγμή είναι από 703 μέχρι 729 εκατομμύρια, ενώ προειδοποιεί ότι ο αριθμός αυτός είναι πιθανόν να αυξηθεί το 2021.
Πριν την πανδημία, ο εκτιμώμενος αριθμός ανθρώπων που ζουν σε ακραία φτώχεια το 2020 ήταν 615 εκατομμύρια.
«Πρόκειται για τη χειρότερη ανατροπή εδώ και μία γενεά», τόνισε η Καρολίνα Σάντσες Παραμό, διευθυντικό στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας, σε συνέντευξη Τύπου.
Ακόμα και εν μέσω της οικονομικής κρίσης πριν μία δεκαετία, ο αριθμός των ανθρώπων που ζούσαν στην απόλυτη φτώχεια συνέχιζε να μειώνεται, αφού οι αναπτυσσόμενες αγορές της Ινδίας και της Κίνας συνέχιζαν να εξελίσσονται.
Τα στοιχεία της επιδείνωσης
Όμως, η επίδραση της πανδημίας αποδεικνύεται πιο σοβαρή. Πριν τον κορωνοϊό, οι άνθρωποι σε ακραία φτώχεια ήταν κυρίως άνθρωποι με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, νέοι, που έκαναν αγροτικές δουλειές. Τώρα η φτώχεια αγγίζει και πιο αστικές περιοχές με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο και ανθρώπους που εργάζονται σε εργοστάσια και κατασκευαστικές εταιρείες.
Η τριπλή απειλή του κορωνοϊού, της κλιματικής αλλαγής και των γεωπολιτικών εντάσεων ελαχιστοποιεί τις πιθανότητες για υλοποίηση του στόχου εξάλειψης της ακραίας φτώχειας έως το 2030, αναφέρει η Παγκόσμια Τράπεζα στην έκθεσή της.
Οι εκτιμήσεις του οργανισμού είναι πιο τρομακτικές από αυτές του Ιδρύματος Bill & Melinda Gates που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα, και σύμφωνα με τις οποίες η πανδημία οδήγησε σε ακραία φτώχεια 37 εκατομμύρια ανθρώπους.
O Σάμιουελ Φρέιγε Ροντρίγκεζ, οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, αναφέρει ότι οι εκτιμήσεις των δύο οργανισμών βασίζονται σε εντελώς διαφορετικές μεθοδολογίες και ότι η Παγκόσμια Τράπεζα εμπιστεύεται τις δικές της οικονομικές προβλέψεις.
Τόσο το Ίδρυμα Gates όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα έχουν ως μονάδα μέτρησης για την ακραία φτώχεια το $1.90 τη μέρα. Το ποσό είναι ισάξιο, λόγω πληθωρισμού, με το $1 που καθόριζε το όριο της φτώχειας τη δεκαετία του ‘90.
Το 1990 πάνω από 1.9 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν κάτω από τα όρια της φτώχειας, δηλαδή το 36% του παγκόσμιου πληθυσμού. Το 2020 το ποσοστό αυξήθηκε κατά 9,4%, ενώ πριν την πανδημία η αύξηση αυτή είχε υπολογιστεί στο 7,9%.
Τρεις δεκαετίες πριν και τι γίνεται σήμερα
Τα 30 προηγούμενα χρόνια ήταν μια περίοδος σχεδόν απρόσκοπτης βελτίωσης των συνθηκών ζωής για τους φτωχούς. Το 1990 σχεδόν 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι στην Ανατολική Ασία και κυρίως στην Κίνα ζούσαν σε ακραία φτώχεια, όπως και άλλο μισό δισεκατομμύριο στη Νότια Ασία και κυρίως στην Ινδία.
Η ανάκαμψη της οικονομίας των δύο αυτών χωρών βοήθησε να μειωθεί ο αριθμός. Η Λατινική Αμερική παρατήρησε επίσης μείωση, βλέποντας βελτίωση και έχοντας μειώσει την ακραία φτώχεια κάτω του μισού του πληθυσμού της.
Πριν την πανδημία το χειρότερο εμπόδιο ήταν το 1998, όταν η ασιατική οικονομική κρίση έριξε εκατομμύρια κόσμου στην απόλυτη φτώχεια. Κάτι όπως που δεν κράτησε πολύ, αφού ο πληθυσμός άρχισε να ανακάμπτει μόλις έναν χρόνο μετά, το 1999.
Η υποσαχάρια Αφρική καταγράφει την υψηλότερη συγκέντρωση ανθρώπων που ζουν σε ακραία φτώχεια, καθώς έχει κάνει τη μικρότερη πρόοδο συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες τα τελευταία 30 χρόνια.
Πριν την πανδημία, 440 εκατομμύρια άνθρωποι στην Μαύρη ήπειρο ζούσαν σε ακραία φτώχεια, δηλαδή σχεδόν το 40% του πληθυσμού. Το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί στα 480 εκατομμύρια, δηλαδή στο 42%, λόγω του κορωνοϊού.