Η σκοτεινή πλευρά της vegan διατροφής
Ναι, το χρήμα και τα κέρδη παίζουν μεγαλύτερο ρόλο από όσο πιστεύουμε! Αν παρακολουθείτε άρθρα και μελέτες περί της διατροφής, πιθανόν να νομίζετε ότι οι γιατροί και οι διατροφολόγοι ορίζουν τις τάσεις στη διατροφή μας. Λάθος. Το ζήτημα των διατροφικών τάσεων είναι βαθιά πολιτικό και οικονομικό.
Επιμέλεια: Σοφία Κροκιδά
Από την αρχαία Ρώμη, όπου η Cura Annonae – η παροχή ψωμιού στους πολίτες – ήταν το μέτρο της καλής διακυβέρνησης, μέχρι τη Βρετανία του 18ου αιώνα, όταν ο οικονομολόγος Adam Smith εντόπισε τη σχέση μεταξύ των μισθών και της τιμής του καλαμποκιού, η διατροφή των ανθρώπων ήταν πάντα το επίκεντρο της οικονομίας. Και οι πολιτικοί είχαν από παλιά το βλέμμα τους στραμμένο στην πολιτική τροφίμων, ως τρόπο διαμόρφωσης και χειραγώγησης της κοινωνίας.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο επιβλήθηκαν δασμοί και άλλοι εμπορικοί περιορισμοί στα εισαγόμενα τρόφιμα και σιτηρά στη Βρετανία μεταξύ 1815 και 1846. Οι νόμοι αυτοί αύξησαν τα κέρδη και την πολιτική εξουσία των γαιοκτημόνων εις βάρος της αύξησης των τιμών των τροφίμων και της ανάπτυξης άλλων οικονομικών τομέων.
Στην Ιρλανδία της ίδιας εποχής, η οποία βρισκόταν υπό βρετανική κατοχή είχε απαγορευθεί η είσοδος στα επαγγέλματα, ακόμα και η αγορά γης στους Καθολικούς Ιρλανδούς με αποτέλεσμα πολλοί να νοικιάζουν μικρά αγροτεμάχια από απόντες Βρετανούς Προτεστάντες μεγαλοϊδιοκτήτες.
Στα μικρά αυτά αγροτεμάχια οι φτωχοί Ιρλανδοί αγρότες καλλιεργούσαν πατάτες αφού ένα στρέμμα πατάτας παρείχε στον αγρότη τριπλάσια παραγωγή από την καλλιέργεια σιτηρών και μπορούσε να στηρίξει την οικογένεια για έναν ολόκληρο χρόνο.
Η πείνα της πατάτες ξεκίνησε όταν ένας μύκητας προερχόμενος από το Μεξικό κατέστρεψε τις σοδειές της πατάτας. Ο λιμός που συνοδεύονταν από επιδημίες χολέρας, δυσεντερίας, τύφου, από σκορβούτο, παρασιτώσεις εξαιτίας των ψειρών σύντομα εξαπλώθηκε στην ιρλανδική ύπαιθρο.
Θα πρέπει να θυμηθούμε τις προειδοποιήσεις του Μαρξ να μην επιτρέπουμε στα συμφέροντα των εταιρειών και του ιδιωτικού κέρδους να αποφασίζουν τι πρέπει να τρώμε.
Τέτοια περιστατικά μας βοηθούν να καταλάβουμε ότι η διατροφή έχει αποτελέσει συχνά αντικείμενο διαμάχης μεταξύ φτωχών και πλούσιων. Δεν μας κάνει λοιπόν εντύπωση που ο Μαρξ δήλωσε ότι το φαγητό είναι η καρδιά όλων των πολιτικών δομών και προειδοποίησε ότι μια συμμαχία μεταξύ βιομηχανίας και κεφαλαίου μπορεί να οδηγήσει στο να ελέγχουν μαζί τις ποσότητες των τροφίμων που παράγονται.
Ο πόλεμος των vegan
Πολλές από τις σημερινές συζητήσεις για τα τρόφιμα μπορούν επίσης να ερμηνευθούν εκ νέου, αν σκεφτούμε ότι είναι μέρος της ευρύτερης οικονομικής πραγματικότητας. Για παράδειγμα, τα τελευταία χρόνια βλέπουμε τη συνεργασία των χορτοφάγων με την πολιτική. Αυτό μπορεί να οδηγήσει στο να δημιουργηθούν μεγαλύτερης κλίμακας αγροτικές μονάδες, βγάζοντας τις μικρές από το παιχνίδι.
Αυτό βέβαια είναι μέρος μιας μεγαλύτερης τάσης που μας απομακρύνει από τους μικρούς παραγωγούς και μας ωθεί σε βιομηχανίες με φτηνότερες πρώτες ύλες. Σκεφτείτε το λανσάρισμα μιας ολοκαίνουριας σειράς εργαστηρίων που παράγουν “ψεύτικα κρέατα” στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, οι οποίες συχνά εγκωμιάζονται επειδή βοηθούν στην άνοδο του vegan κινήματος.
Η παγκόσμια επισιτιστική πολιτική είναι πραγματικά μια συμμαχία βιομηχανίας και κεφαλαίου, τόσο για τον έλεγχο όσο και για τη στρέβλωση της παραγωγής τροφίμων.
Τέτοιες τάσεις εδραιώνουν τη μετατόπιση της πολιτικής εξουσίας από τις παραδοσιακές εκμεταλλεύσεις και τις τοπικές αγορές στις εταιρείες βιοτεχνολογίας και τις πολυεθνικές.
Οι εκτιμήσεις για την παγκόσμια αγορά τροφίμων για vegan δείχνουν ότι θα αυξάνεται κάθε χρόνο κατά σχεδόν 10% και θα φτάσει περίπου τα 24,3 δισ δολάρια μέχρι το 2026. Οι αριθμοί αυτοί ενθαρρύνουν τους μεγάλους παίκτες της γεωργικής και κτηνοτροφικής βιομηχανίες, ώστε να εισέλθουν στη vegan αγορά.
Κι αυτό γιατί βλέπουν ότι τα vegan προϊόντα δημιουργούν μεγάλα περιθώρια κέρδους, προσθέτοντας αξία σε φθηνές πρώτες ύλες, όπως εκχυλίσματα πρωτεϊνών, άμυλα και έλαια, μέσω επεξεργασίας.
Οι εκτιμήσεις για την παγκόσμια αγορά τροφίμων για vegan δείχνουν ότι θα αυξάνεται κάθε χρόνο κατά σχεδόν 10% και θα φτάσει περίπου τα 24,3 δισ δολάρια μέχρι το 2026.
Ερευνητές στις ΗΠΑ υπολογίζουν ότι μέχρι το 2030 το σύνολο της γαλακτοκομίας και εκτροφής βοοειδών θα έχει καταρρεύσει, αφού η παραγωγή μικροβιακής πρωτεΐνης διαταράσσει την παραγωγή.
Μπορεί κάποιοι να πιστεύουν πως αυτό δεν είναι κακό. Αλλά για χώρες όπως η Ινδία και η Αφρική, όπου τα τρόφιμα προερχόμενα από ζώα είναι απαραίτητα για την υγεία και την τροφική ασφάλεια, η παραπάνω εκτίμηση ίσως δεν είναι και τόσο ευχάριστη.
Η παραδοσιακή κτηνοτροφία βοηθάει τους ανθρώπους στις δύσκολες εποχές, μειώνει την κακή διατροφή και προσφέρει οικονομική βοήθεια.
Για να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις του 2050 για ποιοτική πρωτεΐνη και άλλα προϊόντα που προέρχονται από ζώα είναι απαραίτητα. Αλλά και η κτηνοτροφία παίζει σημαντικό ρόλο στην εξάλειψη της φτώχειας, αφού μειώνει την ανισότητα μεταξύ φύλων και βελτιώνει τις συνθήκες ζωής. Επίσης, η παραδοσιακή κτηνοτροφία βοηθάει τους ανθρώπους στις δύσκολες εποχές, μειώνει την κακή διατροφή και προσφέρει οικονομική βοήθεια.
Ακολουθώντας το χρήμα
Συχνά, αυτοί που ακολουθούν vegan διατροφή στις δυτικές χώρες δεν τα γνωρίζουν όλα τα παραπάνω. Για παράδειγμα, τον Απρίλιο του 2019 ο επιστήμονας Brent Loken περιέγραψε την Ινδία ως εξαιρετικό παράδειγμα της αλλαγής των τροφίμων, αφού μεγάλο μέρος των πρωτεϊνών τους προέρχεται από φυτά.
Η διατροφή έχει αποτελέσει συχνά αντικείμενο διαμάχης μεταξύ φτωχών και πλούσιων.
Η Ινδία μαστίζεται από την πείνα και μόλις 10% των βρεφών μεταξύ 6-23 μηνών τρέφονται επαρκώς. Ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προτείνει τρόφιμα που προέρχονται από ζώα ως εξαιρετικά ποιοτική τροφή για τα παιδιά, οι διατροφικοί κανόνες δημιουργούν έναν επιθετικό εθνικισμό που οδηγεί πολλά από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα την Ινδίας να αντιμετωπίζονται σαν μειονότητες.
Αντίστοιχα, στην Αφρική, ο πόλεμος του φαγητού οξύνει τις καταστάσεις αφού η γεωργία σε βιομηχανική κλίμακα από πολυεθνικές παίρνει την καλλιεργήσιμη γη από τα οικογενειακά αγροκτήματα και μεγαλώνει την κοινωνική ανισότητα.
Το αποτέλεσμα είναι τα ιδιωτικά συμφέροντα και οι κοινωνικές προκαταλήψεις να κρύβονται πίσω από την μεγάλη κουβέντα περί ηθικής διατροφής και προστασίας του περιβάλλοντος ακόμα και με ανθρώπινο κόστος.