Πώς μπορούμε να προβληθούμε σαν επαγγελματίες των… δημοσίων σχέσεων;
Υπάρχει τρόπος να «πουλάμε» καλύτερα τον εαυτό μας; Να προβάλλουμε πιο δυναμικά τις ικανότητές μας αλλά και όλα όσα ήδη παράγουμε; Το να κάνουμε δημόσιες σχέσεις στον ίδιο μας τον εαυτό είναι η πιο ώριμη πρόκληση που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Οι τέσσερις συμβουλές αρκούν, αν τις ακολουθήσουμε.
Από τη Δέσποινα Σάμψων
Σε μια άσκηση που μπορούμε να κάνουμε σε ένα μικρό φιλικό κύκλο, είναι εύκολο να διαπιστώσουμε ότι οι επαγγελματίες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: σε εκείνους που μπορεί ήδη να έχουν μια συγκροτημένη επαγγελματική παρουσία αλλά αισθάνονται αμηχανία να «διαφημίσουν» τα προσόντα τους και στους άλλους, που όχι μόνο δεν αισθάνονται άσχημα να μιλήσουν για τον εαυτό τους, αλλά «φωνάζουν» με τον τρόπο τους όλα τα επιτεύγματά τους, μικρά ή μεγάλα.
Πολλές φορές, στην πρώτη κατηγορία, εντοπίζουμε γυναίκες που κουβαλούν όλο το ενοχικό φορτίο του σύγχρονου εργαζόμενου, που προσπαθεί να συνδυάσει ρόλους επαγγελματία, μητέρας και συντρόφου.
Στη δεύτερη, άντρες που διαθέτουν τέτοια «ιπποδύναμη» αυτοπεποίθησης που καταφέρνουν ακόμα κι ένα απλό απολυτήριο λυκείου να το μετατρέψουν σε ισοδύναμο διπλώματος ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος…
Είναι η έλλειψη αυτοπεποίθησης ο λόγος που οδηγεί γυναίκες αλλά και άντρες στην αποτυχία ορθής προβολής των προσόντων τους; Πώς μπορούμε να προβάλλουμε ένα προϊόν που παράγουμε ή μια νέα ιδέα χωρίς να έχουμε απολογητικό ύφος;
Ποια είναι η μαγική συνταγή που διαθέτουν όλοι όσοι απαιτούν να τους ακούσουμε μεταφέροντάς μας την αίσθηση ότι είναι πολύ σημαντικοί;
Για όλους τους ειδικούς που ασχολούνται τα τελευταία χρόνια με την αυτοβελτίωση και την προσωπική ανάπτυξη, αυτές οι περιπτώσεις απαιτούν την ανάγκη παρέμβασής τους με σεμινάρια καθοδήγησης, υποστήριξης και κινητοποίησης.
Βιβλία αυτοβοήθειας έχουν εκδοθεί και ταυτόχρονα άρθρα με συγκεκριμένες συμβουλές στρατηγικής προκειμένου να γίνουμε εμείς οι ίδιοι οι καλύτεροι P.R.managers του εαυτού μας. Είναι, όμως, απαραίτητο να τρέχουμε σε ειδικούς;
Έστω, λοιπόν, ότι είχαμε τη δυνατότητα να προσλάβουμε έναν ειδικό στις Δημόσιες Σχέσεις. Ποιο ήταν το πρώτο στοιχείο που θα «αγοράζαμε» από τις υπηρεσίες του;
1. Η αυτοπεποίθηση
Όλα ξεκινούν από εδώ. Αν δεν πιστεύουμε μόνοι μας σε αυτό που κάνουμε, σε ό,τι παράγουμε, σε ό,τι δημιουργούμε και στις μοναδικές ικανότητές μας που έχουμε εξελίξει με τα χρόνια, βρισκόμαστε στο μηδέν. Η αυτοπεποίθηση είναι το συνδετικό υλικό που θα ενώσει όλα όσα είμαστε.
2. Η πρόβα
Πρόκειται να μιλήσουμε για εμάς; Να παρουσιάσουμε μια ιδέα μας σε έναν πιθανό χρηματοδότη; Θέλουμε να πείσουμε τον εργοδότη μας για ένα νέο project; Προβάρουμε στο σπίτι μας ό,τι θέλουμε να πούμε. Παίρνουμε θέση μπροστά από τον καθρέφτη μας και μελετάμε ποια είναι εκείνη η στάση στο σώμα μας που θα μας δώσει δυναμισμό και θα εκπέμψει την άνεσή μας.
Ώμοι πίσω, πιγούνι ψηλά και κοιλιά προς τα μέσα. Ακόμα κι αν πρόκειται να στείλουμε απλώς μια γραπτή πρόταση, είναι καλό να τη διαβάσουμε δυνατά στον ιδιωτικό χώρο του σπιτιού μας για να τεστάρουμε την απήχηση κάθε πρότασής μας.
Σε ποιο σημείο φλυαρούμε; Πού ο λόγος μας δεν ρέει φυσιολογικά; Υπάρχουν λάθη που δεν έχουμε ελέγξει; Ακούγεται, όταν διαβάζουμε δυνατά, κάθε φράση μας σημαντική; Υπάρχει λόγος να συνεχίζει ο ακροατής μας να μας ακούει;
Και το πιο σημαντικό: Μήπως μας έχει ξεφύγει ανάμεσα στη φυσική ευγένεια που μας χαρακτηρίζει κάποια λέξη ή φράση που προδίδει τον δισταγμό μας; Χωρίς να βγάζουμε προς τα έξω έπαρση, θα πρέπει να σβήσουμε οτιδήποτε εκπέμπει συστολή, αμφιβολία και αμφιταλάντευση.
3. Ο συνομιλητής
Ποιος είναι απέναντί μας ο άνθρωπος στον οποίο θα προβληθούμε; Σε ποιον μιλάμε; Ξέρουμε το όνομά του; Γνωρίζουμε κάτι άλλο πέρα από αυτό; Το Α και το Ω της επικοινωνίας είναι να μην αγνοούμε τον παραλήπτη του μηνύματος που θέλουμε να περάσουμε.
Είτε λοιπόν είναι ένα σημαντικό πρόσωπο που θα μας προωθήσει είτε ο άνθρωπος-κλειδί που θα μας δώσει άμεσα τη βοήθειά του, εμείς πρέπει να έχουμε πλήρη εικόνα του προφίλ του. Η άγνοια αποκαλύπτει την προχειρότητα με την οποία προσεγγίζουμε την παρούσα φάση και αφαιρεί πόντους από εμάς τους ίδιους.
Κάνουμε την έρευνά μας για το πρόσωπο στο οποίο απευθυνόμαστε. Με ποια γλώσσα θα του μιλήσουμε; Τυπική και επίσημη; Πιο χαλαρή με σοφιστικέ ύφος; Τι του αρέσει του ίδιου να ακούσει; Πόση ώρα συνήθως διαθέτει από τον χρόνο του;
Βαριέται εύκολα; Θέλει να του αφιερώνουν χρόνο και προσοχή; Ενδιαφέρεται για μια προσεγμένη εμφάνιση ή οι υπερβολές θα είναι ένα μείον; Όλα αυτά, και πολλά ακόμα, είναι απαραίτητα να έχουν ληφθεί υπόψη. Και, τέλος, ποτέ μα ποτέ δεν απευθυνόμαστε σε κάποιον χωρίς να γνωρίζουμε το πλήρες όνομά του και τον σωστό τονισμό του.
4. Η πίστη σε εμάς
Αν δεν έχουμε εμπιστοσύνη εμείς οι ίδιοι ότι αυτό που προβάλλουμε είναι καινούργιο και έχει εφαρμογή, δεν υπάρχει λόγος να συνεχίζουμε. Μπορούμε να βοηθήσουμε; Μπορούμε να κουμπώσουμε κάπου; Έχει η ιδέα μας αξία στην πραγματική ζωή; Λείπει από τον χώρο εργασίας μας η συγκεκριμένη ιδέα/ προϊόν ή project;
Μπαίνουμε, λοιπόν, κατευθείαν στο θέμα και περιορίζουμε όσο τον δυνατόν απολογίες για σπατάλη χρόνου. Αν είναι σημαντικό να μας ακούσει κάποιος, δεν θα χάσει τον χρόνο του. Θα έχει κερδίσει σε βάθος χρόνου. Αν πιστεύουμε εμείς ότι ο άλλος θα χάσει τον χρόνο του, ας μην μιλήσουμε καθόλου.
Ξεχνάμε, λοιπόν, τις ευγένειες οι οποίες σε μια πρόταση ουσίας είναι περιττές. Μιλάμε ξεκάθαρα τι είναι αυτό που έχουμε στο μυαλό μας, γιατί το πιστεύουμε και πώς μπορεί να φανεί χρήσιμο.
Στο τέλος ευχαριστούμε για τον χρόνο αλλά δεν απολογούμαστε ποτέ. Δίνουμε μάχη για να πετύχουμε και όχι για να βρούμε μια θέση στον παράδεισο.