Λίλα Κονομάρα: Στόχος της Τέχνης, η απόλαυση
Με αφορμή το νέο της βιβλίο, «Οι Ανησυχίες του Γεωμέτρη», μία συλλογή αλληγορικών διηγημάτων με διαχρονικότητα και έντονα βιωματικό χαρακτήρα, η Λίλα Κοναμάρα μάς έδωσε μία ενδιαφέρουσα συνέντευξη.
Συνέντευξη στη Μαρία Αγγελακοπούλου
Η Λίλα Κονομάρα* επιστρέφει 2 χρόνια μετά το τελευταίο της βιβλίο «Το δείπνο», με μια συλλογή διηγημάτων με όνομα «Οι Ανησυχίες του Γεωμέτρη». Πρόκειται για 12 αλληγορικά διηγήματα που εκτείνονται σε ένα πολύ μεγάλο χρονικό εύρος από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα και δείχνουν τη σχέση μύθου και ιστορίας. Σε ολόκληρο το βιβλίο, η γλώσσα της συγγραφέως έχει ιστορικό βάθος, καθώς ξεκινά από τον αρχαϊσμό, συνεχίζει στον λυρισμό και καταλήγει στον σημερινό γλωσσικό κατακερματισμό. Αυτό το γλωσσικό παιχνίδι δίνει στο βιβλίο ζωντάνια και, θα έλεγε κανείς, ένα είδος ενέργειας.
Η ίδια στην παρουσίαση του βιβλίου της στη Στοά του Βιβλίου διευκρίνισε ότι παρότι είναι διηγήματα, το βιβλίο αποτελεί ένα όλον, με μια κεντρική ιδέα και μίλησε για την Τέχνη λέγοντας μεταξύ άλλων ότι στόχος της είναι η απόλαυση.
Πώς έγινε η επιλογή των διαφορετικών χαρακτήρων που παρουσιάζονται στις ιστορίες σας;
Τα διηγήματα της συλλογής αυτής επιχειρούν μια αναδιήγηση κάποιων αρχαίων μύθων -όπως ο μύθος του λαβύρινθου, του Οιδίποδα, του Ορφέα και της Ευρυδίκης- και εν γένει ασχολούνται με αρχετυπικά ζητήματα που απασχολούσαν ανέκαθεν τον άνθρωπο: την απώλεια της αρχικής ενότητας με τη φύση, τη μετάβαση από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση, τη σχέση του με τους άλλους, τον θάνατο και την αναγέννηση. Γι’ αυτό και οι μύθοι, αν και ελληνικοί, είναι ταυτόχρονα και οικουμενικοί. Οι χαρακτήρες που εμφανίζονται στα διηγήματα δεν είναι λοιπόν εξατομικευμένες περιπτώσεις, αλλά λειτουργούν ως σύμβολα.
Κάπου στο βιβλίο σας αναφέρετε πως: «Η Τέχνη είναι η μόνη που μπορεί να πλησιάσει την ύπαρξη».
Πράγματι, πιστεύω πως η τέχνη δεν είναι απλώς μια ρεαλιστική αναπαραγωγή, αλλά συμπυκνώνει όλα εκείνα που συγκροτούν την ουσία της ανθρώπινης συνθήκης, αποτυπώνει όλα όσα παραμένουν σκοτεινά και αξεδιάλυτα, εκφράζει το συλλογικό ασυνείδητο μα και ένα σύμπαν αξιών, φέρνει τα ίχνη προηγούμενων πολιτισμών και ταυτόχρονα συλλαμβάνει την εποχή της. Το έργο τέχνης είναι επικοινωνία τόσο με τον βαθύτερο εαυτό μας όσο και με τον κόσμο γύρω μας.
«Η τρέλα αποτελεί μιαν άλλη όψη της πραγματικότητας». Σε τι το βασίζετε αυτό;
Μέχρι τον 15ο αιώνα, οι δυτικές κοινωνίες αντιμετώπιζαν την τρέλα όχι ως ασθένεια, όπως σήμερα, αλλά ως κατάσταση που άγγιζε τα όρια του ιερού. Οι ήρωες του διηγήματος αυτού που τιτλοφορείται Του κάτω κόσμου, βρίσκονται κάποια στιγμή μέσα σε μια σπηλιά με προϊστορικές ζωγραφιές που ξαφνικά ζωντανεύουν. Είναι γνωστό πως η καταγωγή των εικαστικών τεχνών είναι αυτές οι ζωγραφιές που είχαν τελετουργικό χαρακτήρα. Το αισθητικό είναι η καλλιεργημένη μορφή του ιερού. Η σπηλιά παραπέμπει επίσης στην πλατωνική θεωρία των ιδεών: αυτό που βλέπουμε είναι μια ψευδαίσθηση, υπάρχει και μια μη υλική, ιδεατή πραγματικότητα που μπορούμε να συλλάβουμε μόνο με τον νου. Ένα από τα ζητήματα που θέτει λοιπόν το διήγημα είναι οι πολλαπλές όψεις της πραγματικότητας. Πώς ορίζεται η πραγματικότητα; Μήπως η τρέλα είναι μια άλλη όψη της; Η ρεαλιστική αποτύπωση καταφέρνει να εκφράσει στην ολότητά του έναν άνθρωπο ή μια κατάσταση ή μήπως πρέπει να συμπεριλάβουμε σ’ αυτήν και άλλα στοιχεία, όπως τη φαντασία, τα όνειρα;
«Κι η ιστορία, καθώς θα ταξιδεύει στους επόμενους μέσα από άσματα και αφηγήσεις, επιτύμβιες στήλες κα αναθήματα, ποιο εκ των δύο νομίζετε πως θα μεταφέρει; Το παλαιό μας κλέος ή το σημερινό όνειδος;» Ποιος ο σκοπός αυτής της αναφοράς στο κείμενό σας;
Το απόσπασμα αυτό προέρχεται από το διήγημα Eποποιία, όπου θέλω να δείξω τη σύνδεση ανάμεσα σε διάφορες εποχές, πώς δηλαδή κάποια ζητήματα που τέθηκαν στην αρχαιότητα επανέρχονται με παραλλαγές και στον χριστιανικό κόσμο και στη λαϊκή παράδοση. Με ενδιέφερε η σχέση μύθου και ιστορίας, γιατί κατά τη γνώμη μου η αλήθεια βρίσκεται κάπου ανάμεσα στην ιστορική καταγραφή και τη μυθοπλασία. Το συγκεκριμένο απόσπασμα – που παραπέμπει στις δημηγορίες του Θουκυδίδη – αποτελεί μέρος του λόγου ενός προύχοντα της πόλης ο οποίος, αντίθετα με τον προηγούμενο ομιλητή, τάσσεται υπέρ του πολέμου και της υπεράσπισης της πόλης μέχρις εσχάτων. Τα ερωτήματα που εγείρει είναι τόσο παλιά και συγχρόνως τόσο επίκαιρα.
Από το τελευταίο διήγημα-παραλήρημα του βιβλίου σας «Θν», ο αναγνώστης εντοπίζει μια ιδιαίτερη σχέση σας με την Αθήνα. Τι είναι για σας η Αθήνα σήμερα;
Η Αθήνα, παρούσα και στο πρώτο διήγημα που φέρει τον τίτλο «Εποποιία» αλλά και στο τελευταίο «Θν», είναι μια μικρογραφία της Ελλάδας. Περιδιαβαίνοντας την πόλη, έρχεσαι αντιμέτωπος με όλες τις ιστορικές περιόδους, από την αρχαιότητα, το μεσαίωνα και το Βυζάντιο έως τον 21ο αιώνα. Διακρίνεις όλους τους πολιτισμούς, τις εξελίξεις αλλά και τις αλλοιώσεις που έχει υποστεί η πόλη και, κατ’ επέκταση, η Ελλάδα: ένδοξο παρελθόν, αλλεπάλληλες επιδρομές και πολιορκίες, καταστροφές και ανοικοδομήσεις, μεταπλάσεις, περιόδους παρακμής, μεταναστευτικά ρεύματα και αναδιατάξεις του χώρου. Το ευτελές συνυπάρχει με το μεγαλειώδες, η ομορφιά εναλλάσσεται με την ασχήμια, η παθογένεια με τη λεβεντιά, το νεοκλασικό με τα μπετόν και τα προσφυγικά, τα γυάλινα κτίρια με τις μεζονέτες των προαστίων. Το Θν εκφράζει όλα τα ετερόκλητα συναισθήματα που μου γεννάει αυτή η πόλη, αυτή η χώρα: απέραντη αγάπη, θαυμασμό, πίκρα και θλίψη, αβάσταχτη νοσταλγία για πράγματα που χάνονται και ταυτόχρονα μια ελπίδα χάρη στην τρέλα αυτού του λαού που κάποιες μαγικές στιγμές καταφέρνει να αρθεί πάνω απ’ όλα.
*Η Λίλα Κονομάρα γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε σύγχρονη λογοτεχνία στο Παρίσι και εμφανίστηκε στα γράμματα το 2002 με τις δύο νουβέλες που φέρουν τον τίτλο Μακάο, για τις οποίες απέσπασε παμψηφεί το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα του περιοδικού «Διαβάζω». Το 2004 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά της Τέσσερις εποχές – λεπτομέρεια, καθώς και το παιδικό μυθιστόρημα Στις 11 και 11’ ακριβώς! Το 2009 εκδόθηκε «Η Αναπαράσταση», που ήταν επίσης στη short list για το βραβείο μυθιστορήματος του περιοδικού «Διαβάζω», όπως και Το δείπνο που κυκλοφόρησε το 2012 από τις εκδόσεις Κέδρος.
Διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά, έχει μεταφράσει Άγγλους και Γάλλους, αρθρογραφεί σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά και είναι μέλος της συντακτικής ομάδας του ηλεκτρονικού περιοδικού για το βιβλίο «Ο Αναγνώστης».