Μπορούμε να “ρυθμίσουμε” τον έρωτα με τη δύναμη του μυαλού μας;

Υπάρχει δυνατότητα να ρυθμίσουμε την αγάπη; Μπορούμε να μεγαλώσουμε ή να ελαττώσουμε την ερωτική ένταση χωρίς να αντικαταστήσουμε την καρδιά μας με ένα ρομπότ; Η επιστήμη αποδεικνύει ότι όλα τα μπορούμε!
Από την Δέσποινα Σάμψων
Αν μέχρι χθες πιστεύαμε ότι η συμβουλή «ακολούθησε την καρδιά σου» άνοιγε νέους δρόμους στις ερωτικές σχέσεις, το σήμερα έρχεται να ισοπεδώσει τα στερεότυπα.
Η επιστημονική κοινότητα που στοχεύει να ανακαλύψει αυτή τη μυστική σύνδεση εγκεφάλου και καρδιάς έχει ήδη προχωρήσει σε καινούριες αποκαλύψεις που ανατρέπουν ό,τι πιστεύαμε για την τυφλή δύναμη του έρωτα που σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά του.
Σύμφωνα, λοιπόν, με έρευνα που έγινε με συνεργασία ψυχολόγων στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι στο Σεν Λούις και το Πανεπιστήμιο Εράσμους στο Ρότερνταμ, ο εγκέφαλός μας ελέγχει περισσότερο από όσο πιστεύουμε αυτή τη διαδικασία.
Το εντυπωσιακό είναι ότι διαθέτουμε όλοι μας την ικανότητα να αυξομειώνουμε την ένταση της ερωτικής αγάπης προς τον σύντροφό μας ενεργοποιώντας απλώς τη διαδικασία της θετικής ή της αρνητικής σκέψης.
Μάλιστα η εφημερίδα Wall Street Journal ανέφερε ότι ουσιαστικά ξεκινάει η εποχή, κατά την οποία οι άνθρωποι θα μπορούν να χρησιμοποιούν τις σκέψεις τους για να αυξήσουν (ή και να ελαττώσουν) το μέγεθος της αγάπης που τρέφουν για τον άλλον.
Η αντίστροφη διαδικασία της μείωσης είναι στις περιπτώσεις ενός χωρισμού πολύ χρήσιμο εργαλείο για να ξεπεράσουμε τον πόνο και να αντικαταστήσουμε πιο εύκολα τον χαμένο έρωτα με έναν νέο.
Υπάρχει μαγικός… διακόπτης;
Πώς, όμως, εντόπισαν οι ειδικοί τον μαγικό αυτό διακόπτη; Με ποιο τρόπο αυτή η περίπλοκη διαδικασία μπορεί να εφαρμοστεί για να σβήσουμε από το μυαλό μας και την καρδιά μας έναν άνθρωπο που μας άφησε ακόμα ερωτευμένες μαζί του.
Οι ερευνητές αποκάλυψαν ότι δούλεψαν με δύο ομάδες των είκοσι ατόμων η καθεμία από τις οποίες η πρώτη διατηρούσε μακροχρόνιες ερωτικές σχέσεις και η δεύτερη βίωνε έναν πρόσφατο χωρισμό.
Οι συμμετέχοντες είχαν όλοι φωτογραφίες του/ της συντρόφου είτε του/της νυν ή στην περίπτωση της δεύτερης ομάδας του/ της πρώην. Κατά τη διάρκεια λοιπόν μιας νευροαπεικόνισης ζητήθηκε και από τις δύο ομάδες να σκεφτούν θετικά και αρνητικά για το συγκεκριμένο πρόσωπο και τη σχέση που είχε αναπτυχθεί.
Παράλληλα διερευνήθηκε ο βαθμός τής γοητείας που τους ασκεί αυτό το πρόσωπο και κλήθηκαν να απαντήσουν σε ποιο βαθμό ένιωθαν συνδεδεμένοι μαζί του.
Όταν λοιπόν μελετήθηκε η δραστηριότητα σε συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου που συνδέεται με την εστίαση σε κάποιο αντικείμενο που δημιουργεί συναισθηματικό δέσιμο, παρατηρήθηκε ότι μετά τις θετικές σκέψεις, η δραστηριότητα ήταν μεγαλύτερη και οι άνθρωποι ένιωσαν περισσότερο συνδεδεμένοι με τους συντρόφους τους.
Ουσιαστικά είχαν αποκτήσει την ικανότητα να ρυθμίζουν αυτό που ένιωθαν και βίωναν ως αγάπη. Μάλιστα το ενδιαφέρον ήταν ότι μετά από τις αντίστοιχες αρνητικές σκέψεις, η εγκεφαλική δραστηριότητα μειώθηκε σε σημαντικό βαθμό ωθώντας τους επιστήμονες να καταλήξουν ότι με τον ίδιο συμμετρικό τρόπο, οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να μειώσουν την ένταση της συναισθηματικής ένωσης με κάποιον άλλον.
Η Σάντρα Λάνγκσλαγκ, επικεφαλής της έρευνας, επιβεβαίωσε ότι μετά από αυτή την επιστημονική εμπειρία, όλα τα κλισέ θα έπρεπε να γραφτούν από την αρχή επειδή τα συγκεκριμένα δεδομένα θα μπορούσαν να αλλάξουν οριστικά τον τρόπο με τον οποίο πιστεύουν οι άνθρωποι ότι ερωτεύονται.
«Οι περισσότεροι πιστεύουμε ότι δεν μπορούμε να ελέγξουμε την αγάπη και δεν το προσπαθούμε καν, αλλά αυτή η μελέτη μας δείχνει ότι μπορούμε».
Από την εποχή που η περίφημη ανθρωπολόγος Έλεν Φίσερ πάλευε με τα μυστικά κλειδιά του ερωτευμένου εγκέφαλου μέχρι πρόσφατα που ο έρωτας μετατρέπεται σε κάτι που ρυθμίζεται απόλυτα, η διαδρομή προς την ευτυχία αποκτά νέα σταυροδρόμια. Και σε κάθε περίπτωση η εξουσία ενός ερωτευμένου δίνει νέα ατού.